Δεν ευδοκίμησε η έφεση αρχιφύλακα (υπηρέτησε στην Κω) που αξίωσε αποζημιώσεις από το Ελληνικό Δημόσιο
Αστυνομικά
04/10/2022

Το 19ο Τριμελές Διοικητικό Εφετείο Αθηνών εξέτασε την έφεση που άσκησε ένας αστυνομικός, που είχε αποταχθεί, κατά του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται από τον υπουργό Οικονομικών.
Ο εκκαλών υπηρετούσε στην Ελληνική Αστυνομία, με τον βαθμό του αρχιφύλακα. Με την από 24.10.2003 απόφαση του προϊσταμένου του Κλάδου Διοικητικού της ΕΛ.ΑΣ. τέθηκε σε κατάσταση διαθεσιμότητας, ενώ, με την από 8.11.2003 απόφαση του ίδιου προϊσταμένου, διατηρήθηκε σε ισχύ η ανωτέρω απόφαση και ο εκκαλών τέθηκε σε κατάσταση διαθεσιμότητας από την ημερομηνία σύλληψής του, ήτοι από 4.11.2003 και καθ’ όλο τον χρόνο κατά τον οποίο θα τελούσε υπό προσωρινή κράτηση.
Στη συνέχεια, με την από 13.11.2004 απόφαση του προϊσταμένου Επιτελείου του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ., ο εκκαλών τέθηκε σε διαθεσιμότητα από 8.11.2004, λόγω αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης με περιοριστικούς όρους, κατά τα οριζόμενα στο 69/2004 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Δωδεκανήσου.

Περαιτέρω, με απόφαση του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου ανθυπαστυνόμων – αρχιφυλάκων – αστυφυλάκων της ΕΛ.ΑΣ. το έτος 2006, επιβλήθηκε σε αυτόν η ποινή της απόταξης, λόγω παραβάσεων του άρθρου 9 παρ. 1 εδ. ζ΄ και ι΄ του Π.Δ. 22/1996.

Σε εκτέλεση της αποφάσεως αυτής, εκδόθηκε η από 7.11.2006 απόφαση του προϊσταμένου του Κλάδου Οργάνωσης και Ανθρώπινου Δυναμικού του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ., με την οποία ο εκκαλών αποτάχθηκε από το Σώμα της ΕΛ.ΑΣ. και διεγράφη από τη δύναμη του Σώματος από τις 2.12.2006.

Ακολούθως, με τις 96 και 117/2010 αμετάκλητες αποφάσεις του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου (Κακουργημάτων), ο εκκαλών κηρύχθηκε αθώος των κατηγοριών της εκβίασης κατά συνήθεια και κατ’ εξακολούθηση και της παθητικής δωροδοκίας κατ’ εξακολούθηση, τα οποία είχαν αποτελέσει την πραγματική βάση της πειθαρχικής διώξεως σε βάρος του και της επιβληθείσας σε αυτόν ποινής της απόταξης.

Κατόπιν τούτου, υπέβαλε το από 23.12.2011 αίτημα, προκειμένου να επανακριθεί από το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο, με την 114Α/14.12.2012 απόφασή του, έκρινε ότι δεν έπρεπε να επιβληθεί ποινή σε βάρος του εκκαλούντος.

Ενόψει των ανωτέρω, εκδόθηκε η από 20.4.2013 πράξη του προϊσταμένου του Κλάδου Οργάνωσης και Ανθρώπινου Δυναμικού του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ., με την οποία ανακλήθηκε η ως άνω απόφαση του ίδιου προϊσταμένου περί απόταξης του εκκαλούντος και αυτός επανήλθε στην ενεργό υπηρεσία, με τον βαθμό του αρχιφύλακα, αναδρομικά από τον χρόνο εκδόσεως της ως άνω ανακληθείσας αποφάσεως, δηλαδή στις 7.11.2006.

Στη συνέχεια, με την από 18.2.2014 απόφαση του υπαρχηγού της ΕΛ.ΑΣ., ο εκκαλών τοποθετήθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα Κω, ενώ με την από 11.11.2014 πράξη του διευθυντή της Διεύθυνσης Οικονομικών του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ., χορηγήθηκαν σε αυτόν αναδρομικές αποδοχές ενέργειας, για το χρονικό διάστημα από 24.10.2003 έως 26.2.2014, στις οποίες, όμως, δεν περιλαμβάνονταν η ειδική αποζημίωση για απασχόληση πέραν του πενθημέρου, το επίδομα αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας, το εκλογικό επίδομα, ούτε η ειδική αποζημίωση του άρθρου 8 παρ. 12 του Ν. 3207/2003, λόγω απασχόλησης στους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Με την αγωγή του, ο εκκαλών ισχυρίστηκε πρωτοδίκως ότι, εξαιτίας της παράνομης θέσης του σε διαθεσιμότητα και απόταξής του, υπέστη περιουσιακή ζημία συνολικού ύψους 55.638,48 ευρώ, για την αποκατάσταση της οποίας ευθύνεται το Δημόσιο.
Τούτο, διότι μη νομίμως δεν του καταβλήθηκαν, κατόπιν της επανόδου του στην ενεργό υπηρεσία, τα ένδικα επιδόματα, η δε παράνομη απόφαση του ως άνω προϊσταμένου περί απόταξής του δεν δύναται να επιφέρει οποιαδήποτε δυσμενή σε βάρος του έννομη συνέπεια, αλλά αντιθέτως, μετά την ακύρωση της εν λόγω αποφάσεως, αυτός θα έπρεπε να θεωρηθεί ως μηδέποτε αποταχθείς και να απολαύσει όλες τις χρηματικές και λοιπές παροχές που συνάπτονται με την ενεργό υπαλληλική ιδιότητα, ακόμα και αν η καταβολή τους συναρτάται κατά νόμο με την πραγματική άσκηση καθηκόντων, καθόσον η προϋπόθεση αυτή πληρούται και επί πλασματικής – αναδρομικής ανασύστασης της υπαλληλικής σχέσης.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι οι ένδικες αξιώσεις του εκκαλούντος, ανεξαρτήτως της βασιμότητάς τους, έχουν υποπέσει στο σύνολό τους στη διετή παραγραφή του άρθρου 90 παρ. 3 του Ν. 2362/1995.

Και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση και απέρριψε την έφεσή του.


Πηγή: dimokratiki.gr