«Ν. Σαντορινιός: Στα εθνικά μας ζητήματα ο κ. Μητσοτάκης εμφανίζει διγλωσσία κάνοντας πίσω στις εθνικές θέσεις»
Πολιτική
18/09/2020

Νεκτάριος Σαντορινιός Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Δωδεκανήσου 

Στην τηλεοπτική εκπομπή KontraNews 10 και στον δημοσιογράφο Γιώργο Μελιγκώνη παραχώρησε συνέντευξη, χθες το βράδυ, ο Νεκτάριος Σαντορινιός σχολιάζοντας τη διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής από πλευράς της κυβέρνησης, τόσο στο θέμα της υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, όσο και στην στήριξη της Συμφωνίας των Πρεσπών.

https://www.youtube.com/watch?v=UEw0Ih3kBII&feature=youtu.be

Ποια είναι τελικά η γραμμή του Πρωθυπουργού για τα εθνικά μας ζητήματα;

«Ο κ. Μητσοτάκης, μετά την αναφορά του ότι «μείζονα διαφορά με την Τουρκία είναι το ζήτημα των θαλασσίων ζωνών», πρέπει πρώτα και κύρια να εξηγήσει στον ελληνικό λαό ποιες διαφορές με την Τουρκία θεωρεί «μείζονες» και ποιες «ελάσσονες». Γιατί ως Πρωθυπουργός θα έπρεπε να ξέρει ότι η εθνική θέση μας, μέχρι σήμερα, κάνει λόγο για «μία και μόνη διαφορά»;

Ακόμη, πρέπει να εξηγήσει γιατί σε πρόσφατο άρθρο του στον διεθνή Τύπο  ανάφερε ότι το ΟρούτςΡέις «έκανε έρευνες σε θαλάσσια ζώνη που διεκδικείται και από τις δύο πλευρές»;Δεν γνωρίζει, επίσης, ότι η εθνική γραμμή για τα θέματα αυτά έχει θεσμοθετηθεί σε Νόμοκαι όπως ορίζεται από το διεθνές δίκαιο, σε ό,τι βρίσκεται πάνω από την ελληνική υφαλοκρηπίδα, υπάρχουν και ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα; Αμφισβητεί την βασική εθνική μας θέση;»

Οι δηλώσεις του κ. Μητσοτάκη αμφισβητούν τις βασικές εθνικές μας θέσεις

«Η στάση αυτή του κ. Μητσοτάκη γεννά ένα σοβαρό θέμα: Η εθνική γραμμή αμφισβητείται από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, ο οποίος κάνειπίσω στις βασικές εθνικές μας θέσεις. Από την στιγμή που υπάρχει συγκεκριμένη γραμμή για αυτά τα ζητήματα, ο Πρωθυπουργός οφείλει να την υπερασπίζεται ανοιχτά».

«Αν το ερώτημα τίθεται για το αν οι θέσεις της χώρας είναι σωστές ή λάθος,είναι άλλο ζήτημα. Τότε, μια τόσο σοβαρή αλλαγή γραμμής θα έπρεπε να συζητηθεί σε έναν δημόσιο διάλογο και σίγουραστο πλαίσιοενός Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών. Αντ’ αυτών, βλέπουμε να γίνονται μυστικές συναντήσεις στο Βερολίνο, στις οποίες, σύμφωνα με όσα μας είπε ο κ. Μητσοτάκης από τη Θεσσαλονίκη, «έγιναν Συμφωνίες  που δεν ήταν Συμφωνίες, αλλά τελικά καταγράφηκαν ως Συμφωνίες». Ενώ μαθαίνουμε επίσης και για συζητήσεις που ξεκινούν στο ΝΑΤΟ, όχι από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, αλλά από tweetτου Γ.Γ. του ΝΑΤΟ!. Όλα αυτά μας κάνουν να πιστεύουμε ότι η ΝΔ έχει εμπλακεί σε μια κρυφή διπλωματία, η οποία δυστυχώς φαίνεται να περιλαμβάνει υποχωρήσεις από τις εκπεφρασμένες εθνικές μας θέσεις».

«Η δική μας θέση είναι συγκεκριμένη: λέμε ναι στον διάλογο με την Τουρκία πάνω στο ζήτημα της μόνης διαφοράς που έχουμε, της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Σε περίπτωση που δεν λυθεί διμερώς, μόνο τότε να πάμε στη Χάγη για την μόνη αυτή διαφορά που έχουμε».

Για τις στρατιωτικές δυνάμεις των νησιών της Δωδεκανήσου

«Η κουβέντα περί αποστρατικοποίησης της Δωδεκανήσου, δεν έχει καμία βάση και ούτε μπορεί να αποτελεί ζήτημα σε έναν διάλογο με την Τουρκία. Επικαλούμενος και άρθρο του κ. Κοτζιά, οφείλω να θυμίσω ότι η Τουρκία δεν κατείχε ποτέ τα Δωδεκάνησα. Η λεγόμενη αποστρατικοποίηση των νησιών ήταν ένα θέμα που περιλήφθηκε στη  Συνθήκη των Παρισίωνκαι προφανώς δεν αφορά το δικαίωμα αυτοάμυνας των νησιών. Οι στρατιωτικές δυνάμεις των νησιών έχουν σα μόνο σκοπό την αυτοάμυνα τους».

«Σε περίπτωση που τεθεί ένα τέτοιο θέμα από την πλευρά της Τουρκίας στο τραπέζι του διαλόγου, η ελληνική πλευρά οφείλει άμεσα να το απορρίψει».

Χαιρετίζουμε την αλλαγή θέσης της Κυβέρνησης για τη Βόρεια Μακεδονία

«Το συμφέρον της χώρας μας είναι να καλλιεργεί σταθερές και δυνατές συμμαχίες στη βαλκανική χερσόνησο. Αυτές ακριβώς οικοδόμησε ο ΣΥΡΙΖΑ με τη Συμφωνία των Πρεσπών».

«Χαιρόμαστε που ο Έλληνας Πρωθυπουργός αντιλήφθηκε, έστω και αργά, ποιο είναι το συμφέρον της χώρας. Είναι θετικό ότι τελικά δεν υλοποίησε τις εθνικιστικές προεκλογικές του δεσμεύσειςγια άσκηση βέτοστο δρόμο ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας σε Ε.Ε. και ΝΑΤΟ. Επίσης είναι θετικό, σύμφωνα και τα όσα δήλωσε ο κ. Ζάεφ, ότι ο κ. Μητσοτάκης προσπάθησε να πείσει εταίρους Ευρωπαίους για την αναγκαιότητα της ευρωπαϊκής πορείας της Βόρειας Μακεδονίας και συνέβαλλε στην υλοποίηση του σκοπού της Συμφωνίας των Πρεσπών».